- Το σχολείο μας ιδρύθηκε πριν το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και λειτουργούσε αρχικά ως Εμπορική σχολή Νίκαιας.
- Περίπου στις αρχές της δεκαετίας του 60, μετονομάστηκε σε Οικονομικό Γυμνάσιο Νίκαιας και λειτούργησε έτσι μέχρι το 1976.
- Τα σχολικά έτη 1976 -1977 και 1977-1978 λειτούργησε ως Μικτό Γυμνάσιο Νίκαιας και το σχολικό έτος 1978 -1979 ως 1ο Μικτό Γυμνάσιο Νίκαιας.
- Από το σχολικό έτος 1979-80 μέχρι και το σχολικό έτος 2008-2009 λειτουργούσε ως 3ο Γυμνάσιο Νίκαιας.
Να σημειώσουμε ότι το σχολικό έτος 1982-1983 το σχολείο μοιράστηκε και από το ένα κομμάτι του γεννήθηκε το 6ο Γυμνάσιο Νίκαιας.
- Από το σχολικό έτος 2009-2010 ως το σχολικό έτος 2011-2012 λειτούργησε ως Πειραματικό Γυμνάσιο Νίκαιας.
- Από τη σχολική χρονιά 2011-2012 μέχρι το 2014 λειτούργησε και ως Πιλοτικό Γυμνάσιο για τα Νέα Προγράμματα Σπουδών.
Μέχρι το 1996 συστεγαζόταν με το 4ο δημοτικό σχολείο Νίκαιας (Καισαρείας και Βοσπόρου) ως φιλοξενούμενο . Ενδιάμεσα, όμως, χρησιμοποιούσε πρόσθετα κάποιες αίθουσες στην οδό Σηστού και για ένα διάστημα στεγάστηκε στο σχολικό συγκρότημα της οδού Τζαβέλα. (Ευχαριστούμε τον κ. Γιώργο Κυραγιάννη, πρώην υποδιευθυντή του σχολείου, για τις πολύτιμες πληροφορίες του.)
- Από το 1996 και μετά μεταφέρθηκε σε καινούργιο κτήριο (Μυλάσων και Αρμενίων προσκόπων).
- Από το 2012 έως σήμερα λειτουργεί ως 3ο Γυμνάσιο Νίκαιας.
Το Χαμάμ της Νίκαιας
Στην αυλή του 3ου Γυμνασίου Νίκαιας βρίσκεται το Χαμάμ, άμεσα συνδεδεμένο με το μικρασιατικό και προσφυγικό παρελθόν της περιοχής. Περισσότερες πληροφορίες για το Χαμάμ στη σελίδα της Τοπικής Ιστορίας.
Πληροφορίες από τον τύπο για το Χαμάμ
” Το 1924 ο βουλευτής και κτηματίας Αναστάσιος Τσόχας έχτισε χαμάμ στην οδό Μυλάσσων στη Νίκαια , το οποίο λειτουργούσε ως το 1968.
Το 1992 το κτήριο χαρακτηρίστηκε διατηρητέο.Ο ακάλυπτος χώρος του έχει γίνει η αυλή του 3ου Γυμνασίου Νίκαιας, οι μαθητές του οποίου εκδίδουν το περιοδικό Το Χαμάμ”
Γιάννης Ξανθούλης,Τα λουτρά της Ελλάδας, εκδ.Καστανιώτης, 2001
“Στο λουτρό αυτό οι άνθρωποι που πήγαιναν, ακολουθούσαν κάποιες διαδικασίες. Αφού πλήρωναν το εισιτήριο, έμπαιναν μέσα από ένα μεγάλο σαλόνι που ήταν περιτριγυρισμένο από μικρά δωματιάκια μέσα στα οποία υπήρχαν κρεβάτια.
Μια ξύλινη σκάλα οδηγούσε στο επάνω πάτωμα που και αυτό ήταν γεμάτο δωμάτια. Διάλεγες ένα δωμάτιο και αφού έβγαζες τα ρούχα σου, πήγαινες στο χαμάμ.
Γύρω από αυτό υπήρχαν μαρμάρινες γούρνες. Καθένας καθόταν σε ένα ξύλινο σκαμνάκι και με ένα τάσι έπαιρνε νερό από τη γούρνα και λουζόταν. Όταν όμως ήθελαν να πλύνουν το κορμί τους, ξάπλωναν σ’ ένα θεόρατο μαρμάρινο τραπέζι που υπήρχε μέσα στο χαμάμ και μια κυρία, η λεγόμενη «χαματζού», του έτριβε το κορμί με ένα χορτάρινο γάντι. Μετά φορούσαν τα μπουρνούζια τους και πήγαιναν στα δωμάτιά τους και ξάπλωναν για να ξεκουραστούν.
Αξιοσημείωτο είναι επίσης το ότι το χαμάμ λειτουργούσε με ξύλα που όταν έβραζαν τα καζάνια δημιουργούσαν τόσο ατμό που η όραση γινόταν δύσκολη.
Στο Χαμάμ έμπαιναν άνθρωποι απ’ όλες τις ηλικίες και τις κοινωνικές τάξεις. Επίσης αξίζει να πούμε ότι για να εξυπηρετηθούν όλοι, το πρωί πήγαιναν οι άντρες και το βράδυ οι γυναίκες.”
Το Χαμάμ, τεύχος 1ο, Μάιος- Ιούνιος 1998, εκδ. 3ο Γυμνάσιο Νίκαιας
“Το χαμάμ ανήκε από το 1927 στο Γεώργιο Τσόχα πρώην δήμαρχο Αθηνών. Ο πατέρας του Μεταξά το νοίκιασε απ΄ αυτόν. Όλη η έκταση ήταν δική του. Το χαμάμ το έκτισε συνεταιρικά με το Μασκλαβάνη μέσα σε δύο χρόνια. Ο Μασκλαβάνης αποχώρησε. Το λουτρό ήταν πολύ μεγάλο. Το ενοίκιο ήταν δέκα χιλιάδες δραχμές αλλά τελικά κατέβασε την τιμή στις πέντε χιλιάδες δραχμές. Στην οδό Φραγκιαδών υπήρχε άλλο χαμάμ. Η μοίρα των λουτρών ήταν να γίνουν κάτι άλλο γιατί χρειαζόταν μεγάλος χώρος για πηγάδι. Το νερό το κουβαλάγανε με άλογο από τον Πόρο. Θεωρήθηκε ασύμφορο κι έτσι έχτισε το πηγάδι που τροφοδοτούσε το λουτρό με τρόμπα. Στη διάρκεια του πολέμου το λουτρό επεκτάθηκε για να γίνει λουτρό στο υγειονομικό κέντρο του Πειραιά κι ερχόταν ο κόσμος, για να καθαρισθεί δωρεάν μέχρι την απελευθέρωση. Από το 1945 – 46 το πήρε η μητέρα του Γιώτη Μεταξά. Το λουτρό λειτούργησε ως το 1961. Στη συνέχεια η διαχείριση πέρασε στο Γιώτη μέχρι το 1972. Αφού έμεινε δύο χρόνια νοικιάστηκε σαν επιπλοστιλβωτήριο, όπου γκρέμισαν διαζώματα και τα αποδυτήρια. Αυτοί το άφησαν μετά από δύο –τρία χρόνια.
Ύστερα από ένα χρονικό διάστημα νοικιάστηκε κι έγινε ταβέρνα. Μετά το εγκατέλειψαν. Το λουτρό έμεινε ένα κουφάρι, λεηλατήθηκε… Ο τρούλος του είναι από κοκκινόχωμα με πέτρα.”
Το Χαμάμ, τεύχος 2ο, Ιανουάριος 1999, εκδ. 3ο Γυμνάσιο Νίκαιας
“… από κει και πέρα το κτίριο εγκαταλείφθηκε και λίγο αργότερα πέρασε στην ιδιοκτησία του Οργανισμού Σχολικών Κτιρίων”
Το “Χαμάμ” της γνώσης, Ειρήνη Μπουδρονικόλα, Νέμεσις, τ.12, Ιανουάριος 1999
Οι μαθητές του 3ου Γυμνάσιου Νίκαιας, τη σχολική χρονιά 1997-1998 στο πλαίσιο του Πιλοτικού Προγράμματος Ενισχυτικής Διδασκαλίας, αποφάσισαν να εκδώσουν περιοδικό με το όνομα “Χαμάμ” επιδιώκοντας την επισκευή και αναπαλαίωση του Χαμάμ, για να παραδοθεί στο σχολείο και να λειτουργήσει ως αίθουσα εκδηλώσεων, εφόσον το νεόκτιστο κτίριο της οδού Μυλάσσων δεν διέθετε τέτοιο χώρο.
Καταγραφή μαρτυρίας για το Χαμάμ
Για το Χαμάμ έχουμε επίσης την καταγραφή της συγκίνησης που προκάλεσε στην καθηγήτρια του σχολείου μας, φιλόλογο κ. Κατερίνα Χατζηηλιάδη, η συνάντησή της με το Χαμάμ. Γιατί το Χαμάμ συνδέεται με τις αφηγήσεις του πατέρα της κ. Σωκράτη Χατζηηλιάδη με καταγωγή από το Ικόνιο της Μ. Ασίας. Στο κείμενο της παραθέτει τα λόγια του πατέρα της για το Χαμάμ της Νίκαιας.
Το χαμάμ… για εμένα
Όταν κλήθηκα να διδάξω στο 3ο Γυμνάσιο Νίκαιας και ξεναγήθηκα αρχικά στους χώρους του, εντυπωσιάστηκα από το Χαμάμ. Η διάχυση του φωτός από τις εγκοπές του τρούλου, καταφέρνει ακόμα και σήμερα, να προσφέρει την αίσθηση και τη ζεστασιά της Ανατολής. Αυτό όμως, που θα με άφηνε έκπληκτη και θα με συγκινούσε, ήταν η μετέπειτα αφήγηση του πατέρα μου, ο οποίος σε παιδική ηλικία είχε χρησιμοποιήσει το Χαμάμ συνοδεύοντας τη γιαγιά μου. Και τότε μπροστά μου άρχισε να ξετυλίγεται μια άλλη εποχή, μια άλλη Νίκαια. Αυτή των Μικρασιατών που θεμελίωσαν αυτόν τον τόπο, που μετέφεραν κάθε δομικό στοιχείο της κουλτούρας τους, ένα κράμα Ελληνισμού και Ανατολής. Άραγε, μέσα σε αυτό το καθαρτήριο των σωμάτων οι ψυχές τους βασανισμένες από την προσφυγιά, έβρισκαν ανακούφιση;
Δεν θα βρούμε ποτέ την απάντηση. Το μόνο που ξέρουμε όμως είναι ότι η καρδιά πάντα θα χτυπά στην ανατολή και ας μην την γνωρίσαμε οι απόγονοι των Μικρασιατών. Η φλόγα αυτή ασίγαστη, δυναμώνει με κάθε αφήγηση και τα μάτια γεμίζουν φως με κάθε στοιχείο, που σε συνδέει με μια καταγωγή, μεν μακρινή χρονικά, ιερή δε και ανεκτίμητη διαχρονικά. Σας παραθέτω αυτολεξεί, τα λόγια του πατέρα μου:
« Θα πάω πίσω στη δεκαετία του ΄50. Ήμουν 4-5 χρονών και θυμάμαι τη μητέρα μου να με ετοιμάζει για την επίσκεψη στο Χαμάμ, για το ζεστό μπάνιο, όπως έλεγε. Θα ήταν γεμάτο γυναίκες, θα ήταν θολά από τους ατμούς και έπρεπε να είμαι φρόνιμος. Κατηφορίσαμε τους χωμάτινους δρόμους από την πλατεία Κρήνης και οδηγηθήκαμε στο ύψος της γέφυρας. Όταν φτάσαμε αντίκρισα ένα μεγάλο οίκημα, με οβάλ καμάρες στην πρόσοψη, χτισμένο με μεγάλες πέτρες, φαρδιούς τοίχους και ψηλή πόρτα. Ένας κύριος μας οδήγησε στο εσωτερικό και μας έδωσε από ένα ζευγάρι ξύλινα τσόκαρα για να μην γλιστρήσουμε. Η θέα των γυμνών γυναικείων σωμάτων ήταν καθηλωτική και οι μορφές των προσώπων φαίνονταν γαλήνιες μέσα στην ατμόσφαιρα των ζεστών ατμών. Ξεντυθήκαμε σε δωματιάκια που βρίσκονταν σε ένα μικρό εξώστη και μπήκαμε σε ένα δωμάτιο όλο ζεστά και γυαλιστερά μάρμαρα. Καθώς το σώμα ζεσταινόταν στα μάρμαρα, είχα μείνει άναυδος από το φως διαφόρων αποχρώσεων που έμπαινε από τις τρύπες της μεγάλης καμάρας και τα μάτια μου θόλωναν. Με το σαπούνι που μας είχαν δώσει πλενόμασταν και με μια μικρή μεταλλική κατσαρόλα ρίχναμε πάνω μας το ζεστό νερό που έτρεχε συνέχεια μπροστά μας. Η εμπειρία ήταν μαγευτική και τα καθάρια σώματα ήταν πιο λαμπερά, πιο ελαφριά μετά από το ζεστό μπάνιο.» Σωκράτης Χατζηηλιάδης ( Αφιερωμένο στον πατέρα μου Σεραφείμ Χατζηηλιάδη γεννηθέντα στο Ικόνιο και στη μητέρα μου Μαρίκα Ιορδανίδου γεννηθείσα στην Αττάλεια με πρώτη εγκατάσταση στη Δραπετσώνα το 1924.)